Βιβλιοκριτική 1 : Αθηνά Τσάκαλου

Η γραφή της Αθηνάς Τσάκαλου δεν τρέχει να προλάβει τον χρόνο. Το αντίθετο. Ο χρόνος τρέχει να την προλάβει.
Κυλάει όπως κυλάει το νερό στην αιωνιότητά του.
Οι λέξεις δωρικά αφηγούνται την σιωπή της, ̋ το ελάχιστο της σάρκας της ̏.
Ευτυχισμένη μας καλεί να γιορτάσουμε μαζί της στη νυχτερινή ερημιά των άστρων, το κάλεσμα της επιθυμίας που την ημέρα ̋ ανθίζει στην κατάξερη γη μαζί με το θυμάρι και τα ξερά χόρτα ̏.
̋ Μαθητεύει στη σιωπή ̏, στην ειλικρίνεια των χρωμάτων μαγεύει και μαγεύεται από ̋ την άνοιξη την πιο παράξενη της ζωής της ̏.
̋ Σε μέρες δύσκολες ̏ παίρνει δύναμη και ̋ παρασύρεται από το λίκνισμα των λουλουδιών στον ελαφρό αέρα ̏ φυλάσσοντας στα συρτάρια του σπιτιού της το άρωμά τους για τους απόντες, τους δικούς της ανθρώπους. Αγωνιά, αγωνίζεται με τους μεγάλους περιπάτους στη φύση αντιστέκεται στη φθορά που μέσα της ελλοχεύει η πτώση.
Τα φτερά της δεν την ανησυχούν στο πέταγμά της, άλλωστε χωρίς αυτά το ταξίδι δε θα έχει διάρκεια και έτσι το σώμα θα επιστρέψει στη σκιά του.
Ο συμβολισμός της, ο ρομαντισμός της, η τελετουργία της στο φως των κεριών, οι λογοτεχνικοί κώδικες της δραπέτευσής της από την εξορία, την οδηγούν στους ̋ μελλοντικούς νικητές ̏.
Οι ̋ λεηλάτες του μεσημεριού ̏ υπάρχουν για να μας θυμίζουν τους δρόμους που ανοίγονται μπροστά μας.
Η αναπνοή της δίνει ζωή στους ήχους της σιωπής και το σκοτάδι γίνεται ̋γλυκιά παρηγοριά ̏ για το φεγγάρι που καθρεπτίζεται στα νερά της θάλασσας.
Η αφηγηματική της γλώσσας, καθώς και τα βιώματά της βαδίζουν σε απόκρημνα Παπαδιαμαντικά μονοπάτια θέτοντας τα μεγάλα ερωτήματα της ύπαρξης.
Κι ας παραμονεύουν οι φόβοι έτσι κι αλλιώς ̋ κανένα μαρτύριο δεν είναι ατελείωτο ̏.
Μας θέλει κοντά της ως ̋Ανθρώπους – ποιητές ̏.
Να τολμήσουμε να ανακαλύψουμε την κορυφαία στιγμή του ανθρώπου, την τέχνη που αφήνει με ταπεινότητα τα δακτυλικά της αποτυπώματα επάνω στην αστρική σκόνη της ύπαρξης.

ΓΙΑ ΚΑΠΟΙΑ ΠΡΑΓΜΑΤΑ ΔΕΝ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΜΙΛΑΜΕ ΕΥΚΟΛΑ

̋... Κι εκεί σ’ αυτή τη στιγμή όπου θα είσαι μόνο εσύ και η φωνή σου, όπου θα βλέπεις μόνο τον εαυτό σου και τον δικό σου χρόνο, αν νιώσεις χαρούμενη, αν νιώσεις ικανοποιημένη, τότε δεν έχεις ανάγκη από τίποτα άλλο. Για μένα εκείνη η ώρα που πυροδοτείται το φυτίλι της έκρηξης και τότε χάνω τον αργό ρυθμό της μέρας και ορμάω στη νύχτα, γιατί η μέρα μου φάνηκε λίγη. Ορμάω στη νύχτα, να σχεδιάσω, να πράξω, να υλοποιήσω τη δική μου μοίρα, τη δική μου ζωή. Θέλω τι ςνύχτες να περπατάω με τους συντρόφους στις μισοσκότεινες πόλεις των ανθρώπων κι τα πόδια μας να ραγίζουν την άσφαλτο και ν’ ανοίγουν μικρούς κρατήρες που το πρωί θα δουν οι άνθρωποι μέσα τους πράσινη χλόη ̏. (Σελίδες ׃ 59 – 60).
Περιμένω το επόμενο βιβλίο της Αθηνάς Τσάκαλου και το περιμένω στο φως των αστεριών.

@Χ.Π. Σοφίας


Επιστροφή στις Βιβλιοκριτικές

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου