Σάββατο 25 Απριλίου 2020

Η Έρημη Γη


 […] Αυτός, χαίρε τέκνο του μέλλοντος! Κάθεται
κοντά της στο τραπέζι,
Ανυποψίαστος σοσιαλρεαλιστής με φωτεινά μάτια,
Ένας από τους νιόκοπους, που ρήμα εντός των κατοικεί
Όπως η μούχλα στων δικτατόρων τα παλάτια.
Τώρα οι ώρες τους ξανοίγονται στον έρωτα, το αισθάνονται
Απόφαγαν, κι η νύχτα είναι δική τους,
Δίνονται στων κορμιών τους το φιλί
Μεταλαβαίνοντας τη σπασμική ψυχή τους.
Φίδια νερά και σμίγουν εν εκστάσει,
Τα χέρια τους εκβάλλουν σε μια γύμνια που τόσο καλά ξέρουν,
Ίρις οργασμού τους οδηγεί στην οδύνη, στη γαλήνη,
Και νιώθουν την παραφροσύνη της αγάπης τους
σ' όλο το ένα που υποφέρουν.
(Κι εγώ ο Αθανάσιος, κι εγώ ο Ηλίας, την
είχα ζήσει τούτη τη χαρά
 Που μου δόθηκε σ' αυτό το ίλυνο κελί, φωλιά
του πόθου μου το βράδυ,
Εγώ που πρόδωσα  προδόθηκα και απαρνήθηκα τα φτερά
Μου, και καταδύθηκα στο παχύτερο σκοτάδι).
Χαϊδεύονται στερνή φορά,
Και ύστερα ξυπνά μέσα στον άγριο εφιάλτη του…
Κοιτάζει ολημερίς την άδεια κάμαρη και κλαίει,
Πώς έφυγε μακριά, σαν πληγωμένος συνειρμός το ξέρει,
Απ' το μυαλό του η εικόνα της περνά και λέει:
Ήταν ωραίο όσο κράτησε, μελισσουργός κι αστέρι…

Ηλίας Λάγιος 
 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου